Η Θάσος διαθέτει το πιο εύφορο έδαφος από όλα τα νησιά του Αιγαίου. Τα φρούτα, το μέλι, οι ελιές, το λάδι αλλά και το κρασί είναι μερικά μόνο από τα πιο γνωστά προϊόντα του νησιού όχι μόνο σε ολόκληρη την Ελλάδα αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο.
Οι μεγάλες φωτιές της δεκαετίας του '80, που κατέστρεψαν το μεγαλύτερο κομμάτι του πευκοδάσους της Θάσου, είχαν σαν αποτέλεσμα να χαθούν εντελώς από το νησί τα μεγάλα άγρια θηλαστικά όπως ο λύκος και τα τσακάλια που ούτως η άλλως ήταν ελάχιστα. Σήμερα στη Θάσο μπορεί κανείς να συναντήσει αλεπούδες, λαγούς, κουνάβια κι άλλα μικρότερα θηλαστικά (σσ, Μάιος 2010: παρότι το αναφέρει η βιβλιογραφία, σύμφωνα με email που έλαβα, οι ντόπιοι που ξέρουν τα βουνα της θάσου καλύτερα, αμφισβητούν την ύπαρξη αλεπούδων σήμερα, παρόλα αυτά το αναφέρω...).
Αρκετά ενδιαφέρουσα είναι και η ορνιθοπανίδα της Θάσου ιδιαίτερα αυτή των αρπακτικών πτηνών ενώ το συνηθισμένο κυνήγι στο νησί είναι οι πέρδικες, τα ορτύκια και τα τρυγόνια το καλοκαίρι.
Το Δασαρχείο του Νομού Καβάλας, στην προσπάθεια του να προστατεύσει από τους κυνηγούς την πανίδα που έχει απομείνει στο νησί, έχει ορίσει δύο μεγάλες περιοχές σαν καταφύγιο θηραμάτων (στο όρος Υψάριο και στην Σκάλα Μαριών) και μάλιστα έχει επικηρύξει το λαθροκυνήγι του λαγού με μεγάλο ποσό.
Πολύ σημαντικό στοιχείο σχετικά με την πανίδα της Θάσου είναι το γεγονός ότι το μεγαλύτερο ποσοστό των αιγοπροβάτων είναι ελευθέρας βοσκής (κατσίκια και πρόβατα κυκλοφορούν ελεύθερα σε πολλές περιοχές του νησιού και ιδιαίτερα στα ορεινά) δεδομένου ότι έχουν εξαφανισθεί τα μεγάλα άγρια θηλαστικά ενώ το κατσικάκι της Θάσου είναι γνωστό και πέρα από τα σύνορα του νησιού αφού το κρέας του είναι νοστιμότατο και πουλιέται ακόμη και στην κρεαταγορά της Αθήνας.
Η Θάσος αποτελείται από κρυσταλλοπαγή πετρώματα, μάρμαρα, σχιστόλιθους και μεταλλοφόρα πετρώματα. Τα πετρώματα της Θάσου, εξαιτίας της μεταμόρφωσης που υπέστησαν, είναι δύσκολο να χαρακτηριστούν ως προς την προέλευση και τη δημιουργία τους. Επειδή υπάρχει έλλειψη απολιθωμάτων λοιπόν, είναι δύσκολο να διαγνωσθούν οι τεκτονικές κινήσεις που διαμόρφωσαν τη σημερινή εικόνα του νησιού.Ο ορυκτός πλούτος αποτελείται από μεταλλεύματα ψευδαργύρου και μολύβδου (μία σύνθετη μορφή μολυβδούχου καλαμίνας), σιδήρου (λειμονίτη και αιματίτη), μαγγανίου (βραουνίτης). Τα μεταλλεύματα της μολυβδούχου τα εκμεταλλεύονταν οι αρχαίοι βγάζοντας από αυτά μόλυβδο και άργυρο. Και στις ήμερες μας τα εκμεταλλεύονταν βγάζοντας τον ψευδάργυρο. Τελευταία εκμεταλλεύθηκαν και τα μεταλλεύματα σιδήρου και μαγγανίου. Τα μεταλλεύματα της μολυβδούχου καλαμίνας βρίσκονται στην παράκτια ζώνη του δυτικού κομματιού του νησιού από τα ακρωτήρι Παχύ ως το ακρωτήρι Σαπούνι, καθώς και στη θέση θημωνιά στη ΝΑ ακτή του νησιού. Από τα σιδηρούχα μεταλλεύματα τα πιο πλούσια βρίσκονται στη θέση Μαυρόλακκο (αποθέματα 5.000.000 τόνοι) ή αξία τους όμως ελαττώνεται, γιατί περιέχουν βαρίτη και χαλκό. Υπάρχουν και μεταλλεύματα αργυρούχου γαληνίτη μαζί με ορισμένα κοιτάσματα μεταλλευμάτων ψευδαργύρου, καθώς και ορυκτά χαλκού μέσα σε κοιτάσματα μεταλλευμάτων ψευδαργύρου και σιδήρου. Μεταλλευτική δραστηριότητα χαλκού υπάρχει επίστης στις περιοχές Αστρίς, θημωνιά και Κοίνυρα Μόλυβδος και ψευδάργυρος υπάρχει στην Καλλιράχη (Μακρόλακκος).
Ο Ηρόδοτος αναφέρει πως υπάρχει και χρυσός, πού δεν φαίνεται όμως να είναι αληθινό.
Η 13η Φεβρουαρίου 1974 ήταν μέρα σημαδιακή για το νησί και ορόσημο για την Ελλάδα: Στα ανοικτά του όρμου του Πρίνου βρέθηκε πετρέλαιο εκμεταλλεύσιμο.