Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Το λεξικό των όρων της Θάλασσας
ΑΒΑΡΑ: Επιφώνημα κατά την απομάκρυνση σκάφους από κάποίο σημείο.
ΑΒΑΡΙΑ: Ζημιά πλοίου ή του φορτίου του από κακοκαιρία.
ΑΒΑΡΙΣΜΑ: Απομάκρυνση σκάφους από την ακτή για να μη συγκρουσθεί ή προσαράξει.
ΑΓΑΝΤΑ: Το σημείο που πιανόμαστε για να κρατηθούμε ή να σπρώξουμε κάποίο σκάφος. Επίσης είναι ο πάσσαλος στην ακτή για να δέσουμε το σκάφος.
ΑΓΚΙΣΤΡΙΑ: Το πέταγμα του αγκιστριού στη θάλασσα για ψάρεμα.
ΑΓΚΟΙΝΗ: Σύρμα ή σχοινί που δένει τη σταυρωτή κεραία στο κατάρτι του ιστιοφόρoυ πλοίου.
ΑΓΚΟΥΡΕΤΟ: Η μικρή άγκυρα βάρκας.
ΑΓΚΥΡΙΟ: Μικρή άγκυρα.
ΑΓΚΥΡΟΒΟΛΙΟ: Όρμος κατάλληλος για να ρίξει άγκυρα το σκάφος, επίσης λέγεται και το λιμάνι.
ΑΓΚΥΡΩΝΩ: Ακινητοποίηση του σκάφους ρίχνοντας άγκυρα.
ΑΘΙΒΟΛΙΑ: Πέταγμα με το χέρί μικρού διχτύου στη θάλασσα.
ΑΚΑΤΙΟ: Η μικρή βάρκα.
ΑΚΑΤΟΣ: Μεγάλη βάρκα πλωτoύ που κινείται με πανιά ή κoυπιά.
ΑΚΡΟΒΟΛΙ: Βαρύδι από μολύβι.
ΑΚΡΟΔΕΑ: Λεπτό σχοινί
ΑΚΡΟΔΕΣΜΟΣ: Ναυτικός κόμπος.
ΑΚΡΟΠΡΩΡΟ: Η άκρη της πλώρης.
ΑΚΤΑΙΟΣ: Αυτός πoυ βρίσκεται κοντά στην ακτή.
ΑΚΤΑΙΩΡΟΣ: Φύλακας ή πλοίο πoυ φυλά τις ακτές.
ΑΛΑΡΜΗ: Το αλμυρά νερά.
ΑΛΙΑΤΙΚΑ: Βάρκα που χρησιμοποιείται στο ψάρεμα.
ΑΜΜΟΥΔΑ: Θαλάσσίος βυθός με άμμο.
ΑΜΠΑΡΙ: Το κήτος τoυ πλοίου.
ΑΝΑΒΑΘΡΑ: Η κινητή σκάλα πλωτoύ από σχοινί ή ξύλο.
ΑΝΑΡΗΧΟΣ: Αυτός πoυ δεν έχεί μεγάλο βάθος.
ΑΝΕΜΙ: Ασθενής άνεμος.
ΑΝΕΜΟΓΑΛΟΥΔΑ: Ο πολύ δυνατός άνεμος.
ΑΝΕΜΟΔΑΡΤΟΣ: Ο ταλαιπωρημένος από ανέμoυς.
ΑΝΕΜΟΛΟΓΙ: Το ακτινωτό διάγραμμα πυξίδας.
ΑΝΕΜΟΣΟΥΡΙ: Δυνατός άνεμος με βοή.
ΑΝΕΜΟΧΟΛΟ: Δυνατός και ξαφνικός αέρας.
ΑΝΕΜΟΚΟΥΝΗΜΑ: Θυελλώδης άνεμος.
ΑΝΕΜΟΚΑΙΡΙ: Καιρός με πολλούς ανέμoυς.
ΑΝΤΑΡΑ: Η μεγάλη κακοκαιρία.
ΑΠΑΓΚΙΟ: Σημείο πoυ δεν το πιάνει ο αέρας.
ΑΠΑΝΕΜΟΣ: Μέρος ήσυχο χωρίς αέρα.
ΑΠΙΚΟΥ: Κάθομαί ακίνητος πάνω από κάτι.
ΑΠΟΒΟΡΙ: Ασθενής βόρειος άνεμος.
ΑΠΟΘΑΛΑΣΣΙΑ: Η ταραγμένη θάλασσα.
ΑΠΟΝΕΡΑ: Τα νερά τoυ πλοίoυ καθώς κινείται.
ΑΠΟΠΛΕΩ: Φεύγω από κάποιο λιμάνι
ΑΠΟΠΛΟΥΣ: Η έξοδος πλοίου από το λιμάνι.
ΑΠΟΣΠΕΡΟΣ: Δυτικός άνεμος.
ΑΠΟΧΕΣ: Στενή λουρίδα του βυθού συνήθως παράλληλη με την παραλία. Υπάρχουν πολλές φωλιές ψαριών και προσφέρονται για παραγάδια, συρτή, ψαροντούφεκο και δίχτυα γιατί κρατά πολλά πετρόψαρα όπως στήρες, ροφούς, σκορπιούς, πέρσες κ.τ.λ.
ΑΠΟΧΗ: Μικρό φορητό δίχτυ.
ΑΡΑΞΙΑ: Το ρίξιμο της άγκυρας.
ΑΡΑΞΟΒΟΛΙ: Μέρος ήσυχο κοντά στη στεριά για να αγκυροβολήσει πλοίο.
ΑΡΙΒΑΡΩ: Καταπλέω, φτάνω.
ΑΡΜΕΝΙΖΩ: Πλέω με ανοικτά πανιά.
ΑΡΜΗ: Το νερό της θάλασσας.
ΑΡΜΠΟΥΡΟ: Το κατάρτι του πλοίου.
ΑΡΟΔΟΥ: Η κίνηση τoυ σκάφoυς μόνο με τη δύναμη τoυ αέρα.
ΑΦΕΓΓΟΣ: Ο ουρανός τη νύχτα χωρίς άστρα.
ΒΕΝΘΟΣ: Ο βυθός της θάλασσας.
ΒΙΡΑ: Τράβα, σήκωσε.
ΒΙΡΑΡΙΣΜΑ: Σήκωμα της άγκυρας.
ΒΙΣΤΑΛΟΓΚΑ: Το αλιευτικό γυαλί.
ΒΡΕΧΟΥΜΕΝΑ: Τα μέρη του σκάφους κάτω από την ίσαλο γραμμή.
ΒΥΘΟΜΕΤΡΟ: Ηλεκτρονική συσκευή που μετρά το βάθος του βυθού.
Γ
ΓΑΜΠΙΑ: Ναυτικό πανί
ΓΑΡΛΙΝΟ: Σκοινί για να ανεβοκατεβάζουν την άγκυρα.
ΓΑΦΑ: Γάντζος για να συγκρατεί την άγκυρα.
ΓΕΜΟΣ: Το φορτίο τoυ πλοίου.
ΓΕΔΕΚΙ: Το ρυμουλκούμενο σκάφος.
ΓΙΑΛΟΥΣΗΣ: Ο εργαζόμενος στην ακροθαλασσιά.
ΓΙΑΛΩΝΩ: Πλησιάζω στην στεριά.
ΓΟΛΕΤΑ: Πλοίο με δύο κατάρτια.
ΓΟΥΛΙΑΣΜΑ: Το τρίψιμο για να μαλακώσει το χταπόδι.
ΓΡΙ-ΓΡΙ: Ψαροκάικο με πυροφάνι.
ΓΡΥΠΑΡΗΣ: Αυτός που ψαρεύει με γρύπο.
Δ
ΔΕΣΤΡΑ: Σίδερο στη προκυμαία για να δένουν τα σκάφη.
ΔΙΑΒΑΘΡΑ: Σανίδα για να επικοινωνεί το σκάφος με τη στεριά.
ΔΙΑΚΙ: Η λαβή του πηδαλίου.
ΔΙΑΥΛΟΣ: Στενό που συνδέει δύο θάλασσες.
ΔΙΓΟΦΙ: Εργαλείο για να ξεκολλούν τα όστρακα από το βυθό.
ΔΙΝΗ: Η περιστροφική κίνηση του νερού.
ΔΡΟΛΑΠΑΣ: Δυνατός αέρας με βροχή.
Ε
ΕΙΣΠΛΕΩ: Μπαίνω σε κάποιο λιμάνι
ΕΚΤΑΜΑ: Η αλυσίδα που συγκρατεί την άγκυρα και βρίσκεται μέσα στη θάλασσα.
ΕΜΠΑΤΗ: Η είσοδος του πλοίου σε λιμάνι
ΕΝΑΛΙΟΣ: Αυτός που ανήκει στη θάλασσα.
ΕΞΑΛΑ: Τα μέρη του σκάφους που είναι πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας.
ΕΞΑΝΤΑΣ: Όργανο που προσδιορίζει το στίγμα.
ΕΞΟΚΕΛΛΩ: Πέφτω στη στεριά.
ΕΠΙΝΕΙΟ: Μικρό λιμάνι ή όρμος.
ΕΡΜΑ: Βάρος στα αμπάρια για την ευστάθεια του πλοίου.
Θ
ΘΑΛΑΜΙ: Φωλιά
ΘΑΛΑΣΣΙΛΑ: Η μυρωδιά της Θάλασσας
ΘΑΛΑΣΣΟΛΥΚΟΣ: Ο παλιός και έμπειρος ναυτικός
Ι
ΙΣΑΛΟΣ: Το μέρος του σκάφους που βρίσκεται στο ίδιο επίπεδο με την επιφάνεια της Θάλασσας
Κ
ΚΑΒΑΤΖΑΡΙΣΜΑ: Η παράκαμψη
ΚΑΒΟΣ: Χοντρό σχοινί πλοίου
ΚΑΜΠΑΝΕΛΙ: Στύλος που δένονται τα σχοινιά του σκάφους.
ΚΑΛΑΡΩ: Ρίχνω τα δίχτυα στη Θάλασσα.
ΚΑΡΓΑΡΙΣΜΑ: Σφίξιμο σχοινιών.
ΚΑΡΝΑΓΙΟ: Μέρος που φτιάχνονται τα πλοία
ΚΑΤΑΠΛΕΩ: Έρχομαι από το πέλαγος στο λιμάνι.
ΚΟΤΣΑΡΩ: Φέρνω το σκάφος κοντά σε κάποιο σημείο
ΚΟΥΒΕΡΤΑ: Το επάνω μέρος του πλοίου
Λ
ΛΑΣΚΑ: Χαλαρά.
ΛΑΣΚΑΡΩ: Χαλαρώνω το τέντωμα σχοινιού
ΛΙΜΙΩΝΑΣ: Το λιμάνι.
Μ
MAΪNA: Πρόσταγμα που σημαίνει χαλάρωσε.
ΜΑΛΑΓΡΑ: Φαγητό που ρίχνουν οι ψαράδες για να προσελκύουν τα ψάρια
ΜΑΝΟΥΒΡΑ: Ο χειρισμός του σκάφους όταν χρειάζεται να αποφύγει η να προσεγγίσει.
ΜΕΤΖΑΒΟΛΤΑ: Το μπλέξιμο των αγκύρων
ΜΟΛΑ: Άφησε, ελευθέρωσε
ΜΟΥΔΑ: Η πλευρά του πανιού που είναι προς τον άνεμο.
ΜΟΥΡΑΓΙΟ: Το λιμάνι.
ΜΟΥΤΣΟΣ: Ο δόκιμος ναύτης
ΜΠΟΣΙΚΑ: Χαλαρά, όχι καλά σφιγμένο.
ΜΠΟΥΡΙΝΙ: Ξαφνική κακοκαιρία
ΜΥΧΟΣ: Το πιο βαθύ σημείο ενός λιμανιού ή κόλπου.
ΜΩΛΟΣ: Προέκταση μέσα στην Θάλασσα.
Ν
ΝΑΥΛΟΣ: Aντiτιμο για την μεταφορά φορτίου ή ανθρώπων.
ΝΕΤΑΡΩ: Ισιώνω το σχοινί, το παραγάδι.
ΝΕΩΡΙΟ: Μέρος που κατασκευάζονται σκάφη.
ΝΤΟΚΟΣ:Μέρος που δένουν πολλά πλοία στο λιμάνι.
Ξ
ΞΑΝΕΜΙΑ: Μέρος που δεν το πιάνει ο αέρας.
ΞΑΡΤΙ : Το σχοινί του πλοίου.
ΞΕΜΠΟΤΣΑΡΩ: Αφήνω ελεύθερο κάτι που έχει δεθεί στο σκάφος.
ΞΕΝΕΡΙΣΜΑ: Όταν βγαίνει η μηχανή του σκάφους από το νερό
ΞΕΡΑ: Βράχος στη μέση της Θάλασσας που φαίνεται δύσκολα.
ΞΕΡΕΣ: Έχει μόνο βράχια ακανόνιστα και μεγάλα ανοίγματα Εκεί θα βρούμε πολλά πετρόψαρα όπως σφυρίδες και ροφούς. Ψαρεύουμε με καθετή, συρτή βυθού, δίχτυα, παραγάδι και ψαροντούφεκο.
Ο
ΟΙΑΚΙΟ: Μικρό πηδάλιο σκάφους.
ΟΛΜΙΣΚΟΣ: Το μικρό λιμάνι.
ΟΡΜΙΖΩ: Αράζω το πλοίο
ΟΡΜΟΣ: Μέρος για αγκυροβόλιο.
ΟΡΤΣΑ: Παράγγελμα, Προς το ρεύμα του ανέμου.
ΟΣΤΡΙΑ: Νότιος άνεμος.
Π
ΠΑΓΚΟΙ: Ο βυθός με μικρό βουναλάκια. Στους καλούς πάγκους βρίσκονται πολλά και μεγάλα πετρόψαρα. Για ψάρεμα χρησιμοποιούμε παραγάδι, καθετή, συρτή βυθού και ψαροντούφεκο.
ΠΑΛΑΜΑΡΙ:Χοντρό σχοινί που δένουμε το σκάφος.
ΠΑΡΑΜΑΛΛΟ: Η κάθε πετονιά με αγκίστρι, από το παραγάδι.
ΠΕΛΑΓΟΔΡΟΜΩ: Ταξιδεύω στο πέλαγος.
ΠΕΡΙΤΡΟΧΟ: Το σχοινί με κόμπους για το σήκωμα της άγκυρας.
ΠΛΑΓΙΟΔΡΟΜΙΑ: Η πλεύση με τον άνεμο πλάι στο σκάφος.
ΠΛΕΥΡΙΣΜΑ: Το πλησίασμα του σκάφους στη προκυμαία.
ΠΛΩΡΗ: Το μπροστινό μέρος του πλοίου.
ΠΟΔΙΣΜΑ: Η αλλαγή στην πλεύση του πλοίου.
ΠΟΔΟΤΗΣ: Ο τιμονιέρης, ο λοστρόμος.
ΠΟΝΤΖΑ: Παράγγελμα που σημαίνει : Πήγαινε, πόδισε.
ΠΟΝΤΙΖΩ: Ρίχνω την άγκυρα.
ΠΟΡΤΟ: Λιμάνι.
ΠΡΙΜΑ: Το ταξίδι με ούριο άνεμο.
ΠΡΟΒΛΗΤΑ: Η φυσική ή τεχνητή προεξοχή στη θάλασσα.
ΠΡΟΣΑΡΑΞΗ: Όταν κολλήσει το πλοίο στο βυθό.
ΠΡΟΣΩ: Διαταγή εκκίνησης προς τα εμπρός
ΠΡΥΜΑΤΣΑ: Σχοινιά της πρύμνης
ΠΡΥΜΝΑ: Το πίσω μέρος του σκάφους εκεί όπου βρίσκεται το πηδάλιο.
ΡΑΔΑ: Αγκυροβόλιο σε ανοιχτό μέρος.
ΡΕΜΕΝΤΖΟ: Χοντρό σχοινί που χρησιμοποιείται για το δέσιμο του σκάφους.
ΡΟΤΑ:Η κατεύθυνση του πλοίου όταν ταξιδεύει.
ΣΑΛΑΜΟΥΡΑ: Νερό με μεγάλη ποσότητα αλατιού για τη διατήρηση Ψαριών.
ΣΚΑΝΤΖΑ: Μπαίνω στη Θέση κάποιου άλλου.
ΣΚΟΠΕΛΟΣ: Ο βράχος που εξέχει λίγο από την επιφάνεια της Θάλασσας.
ΤΙΜΟΝΕΜΑ: Ο χειρισμός του πηδαλίου ενός σκάφους.
ΤΡΑΒΕΡΣΟ: Όταν το σκάφος χτυπιέται στα πλάγια από τα κύματα.
ΤΡΑΓΑΝΕΣ: Είναι οι σχετικά ομαλοί βυθοί, που έχουν μόνο άμμο και πέτρες. Είναι καλός ψαρότοπος και ψαρεύουμε με καθετή, παραγάδι, δίχτυ, συρτή και ψαροντούφεκο. Εκεί συνήθως θα βρούμε λυθρίνια, χάνους, συναγρίδες και μπαρμπούνια.
ΤΡΟΚΑΔΕΣ: Μοιάζουν με τις τραγάνες αλλά ο βυθός τους είναι σκεπασμένος με μεγάλες πέτρες. Εκεί Θα βρούμε φαγκριά, αστακούς, καβούρια, λυθρίνια, σφυρίδες, συναγρίδες, σικυούς κ.α. Ψαρεύουμε με συρτή, παραγάδι και ψαροντούφεκο.
ΥΦΑΛΑ: Τα μέρη του σκάφους που βρίσκονται κάτω από την επιφάνεια της Θάλασσας,
ΥΦΑΛΟΣ: Ο βράχος κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας.
ΦΛΑΜΠΟΥΡΟ: Σημαία που χρησιμοποιούν τα σκάφη.
ΦΟΥΝΤΑΡΙΣΜΑ:Το ρίξιμο της άγκυρας.
ΦΥΚΙΑΔΕΣ: Οι βυθοί με άμμο που σκεπάζονται από φύκια. Όταν βρίσκονται κοντά στις ακτές έχουν λαβράκια και κεφάλια. Για ψάρεμα χρησιμοποιούμε πεταχτάρι, καλάμι, παραγάδι.
ΨΑΜΑΘΩΝΑΣ: Η παραλία με πολύ άμμο.
ΨΑΡΟΤΟΠΟΣ: Μέρος με πολλά ψάρια.