...Ληνός είναι το πατητήρι των σταφυλιών. Η λέξη Ληνός είναι μία ίσως αρχαιότερη λέξη της λατρείας του ΔΙΟΝΥΣΟΥ. Μεταφέρθηκε αυτούσια στην ορολογία των Θασίων και παρέμεινε έτσι μέχρι σήμερα...
Το κρασί είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένο με το Μεσογειακό πολιτισμό. Η καλλιέργεια της Αμπέλου και η παρασκευή του κρασιού ανάγονται σε προϊστορικούς χρόνους. Ο προϊστορικός κάτοικος της Μεσογείου αντιλήφθηκε τις μεθυστικές ιδιότητες του κρασιού και τις συνέδεσε με τις πολεμικές τελετουργίες.
Αποτελώντας το κρασί μέρος της διατροφής, του ανθρώπου, απέκτησε και τη θεότητα του, είναι ο Διόνυσος, ο θεός της βλάστησης και αναγέννησης της φύσης. Η εξάπλωση της καλλιέργειας του αμπελιού συνοδεύτηκε και από τη θεότητά του, το Διόνυσος. Οι αρχαίοι αναφέρονται σε ταξίδια του Διονύσου σε όλες σχεδόν τις γνωστές χώρες κατά την αρχαιότητα.
Ο Διόνυσος δεν ήταν μόνο θρακική θεότητα, ήταν και μυκηναϊκή και, κατ' ακολουθία, μία θεότητα που κατάγονταν από τους προϊστορικούς χρόνους.
Η λατρεία του Διόνυσου έχει κάτι το ιδιαίτερο, σε σχέση με τις άλλες λατρείες. Υποδηλώνει την υπέρβαση των ανθρωπίνων ορίων και την ταύτιση με τη θεϊκή διάσταση. Οι μαινάδες αποσπώνται από τον κοινωνικό ιστό και τρέχουν έξαλλες στα βουνά υπό την επήρεια της μέθης. Βρίσκονται σε έκσταση, γι' αυτό αποτελούν μαζί με τους Σατύρους τη συντροφιά του Θεού Διόνυσου. Εκφράζουν τη ρήξη με τις κοινωνικές συμβάσεις. Οι Έλληνες της ιστορικής περιόδου τίμησαν το Διόνυσο με γιορτές, μία από τις οποίες είναι τα ΛΗΝΑΙΑ. Τα Λήναια γιορτάζονται προς τα τέλη Ιανουαρίου. Ληναϊζω σημαίνει εορτάζω τα ΛΗΝΑΙΑ. ΛΗΝΑΙΩΝ είναι ο μήνας της εορτής των Ληναίων. Τα ΛΗΝΑΙΑ εορτάζονταν στο Λήναιον όπου υπήρχαν δύο Ναοί του Διόνυσου, σε θέση όπου τα ομώνυμα Όροι Ληνοί.
Ληνός είναι το πατητήρι των σταφυλιών. Η λέξη Ληνός είναι μία ίσως αρχαιότερη λέξη της λατρείας του ΔΙΟΝΥΣΟΥ. Μεταφέρθηκε αυτούσια στην ορολογία των Θασίων και παρέμεινε έτσι μέχρι σήμερα.
Ο Ληνοβάτης είναι αυτός που πατάει τα σταφύλια. Ληνοβατώ σημαίνει πατάω τα σταφύλια. Ληνεών είναι το μέρος όπου βρίσκεται ο Ληνός. Ένας πλούτος από παράγωγα, που δείχνει ότι η διαδικασία που γίνεται στο Ληνό έχει εξειδικεύσεις και ένταση. Ο Ληνός λοιπόν είναι το επίκεντρο της παρασκευής του κρασιού και, κατ' ακολουθία, ο χώρος αναφοράς της λατρείας του θεού του κρασιού, του Διόνυσου. Πολλοί διαφωνούν ότι τα Λήναια σχετίζονται με τους Ληνούς, λόγω της χρονικής διαφοράς μεταξύ τους. Τον Οκτώβριο - χρήση των Ληνών - τον Ιανουάριο η εορτή των Ληναίων. Εμείς υιοθετούμε την ευρύτερη χρησιμοποίηση της λέξης.
Ληναί ήταν το όνομα του λατρευτικού θιάσου γυναικών προς τιμή του Διονύσου. Λήναια η γιορτή, Ληνός το πατητήρι, Ληνεύς μια προσωνυμία του Διονύσου. Πολλοί παρομοίασαν τους Σατύρους, που μάλλον αρχικά ήταν άνδρες της φυλής με πολεμική περιβολή και είχαν ουρά και πόδια αλόγου, δηλαδή αλογάνθρωποι, με τους αγωγιάτες που μετέφεραν τα κοφίνια γεμάτα με σταφύλια από το αμπέλι στο Ληνό. Δεν έχει σημασία αν η άποψη αυτή είναι σωστή. Σημασία έχει ότι γύρω από το Ληνό δημιουργείται ένα πλήθος συνειρμών, οι ημέρες του τρύγου είναι ημέρες με ένταση, ψυχική ευφορία και χαρά, αισθήματα που αποτελούν τη βάση για δημιουργία τελετουργικών εκδηλώσεων.
Μέσα στο πέρασμα του χρόνου, παρά τις αλλαγές που υπήρξαν, το κρασί κατέχει την ίδια σημασία για τους μεσογειακούς λαούς. Ευτύχημα ήταν η αποδοχή του από τον Χριστιανισμό και η σύνδεσή του με την Χριστιανική λατρεία. Όλες αυτές τις χιλιετίες ο Ληνός εξακολουθεί να υφίσταται. Η παρασκευή του κρασιού, εκτός από δευτερεύουσες αλλαγές, π.χ από πιθάρι σε βαρέλι, παραμένει ακριβώς η ίδια.
Ο Ληνός, στη μορφή που υφίσταται στη Θάσο, είναι μία χτιστή δεξαμενή ανοιχτή από επάνω, στεγασμένη, και, στην απλούστερη μορφή του, μη στεγασμένη.Έχει εξωτερικές διαστάσεις περίπου 3μ χ 3μ, εσωτερικές διαστάσεις 2μ χ 2μ και εσωτερικό ύψος 1,2 - 1,5 μ.
Η μορφή του στεγασμένου ληνού διαθέτει 4 πεσσούς, παραλλαγή με αργολιθοδομή, όπου επάνω εδράζεται η ξύλινη στέγη. Η επικάλυψη γίνεται με πλάκες σχιστόλιθου. Το πάχος της αργολιθοδομής είναι 50 εκ. και το συνδετικό υλικό είναι ασβεστοκονίαμα, έτσι ώστε να επιτυγχάνεται σταθερότητα και στεγανότητα της κατασκευής. Εσωτερικά επαλείφεται με μια στρώση από κουρασάνι για πλήρη στεγανοποίηση. Το κουρασάνι, ένα μίγμα τριμμένου κεραμιδιού με ασβέστη. Είναι ένα κονίαμα που χρησιμοποιήθηκε κατά τη Ρωμαϊκή και Βυζαντινή εποχή. Υστερεί, βέβαια, σε ιδιότητες των υδραυλικών κονιαμάτων, που χρησιμοποιήθηκαν από την κλασική εποχή για τη στεγανοποίηση υδατοδεξαμενών. Πρέπει να έχουμε όμως υπόψη μας ότι χρησιμοποιήθηκε το κουρασάνι κυρίως σε αγροτικές περιοχές, όπου οι ντόπιοι τεχνίτες χρησιμοποιούσαν απλούστερα είδη υλικών. Γεγονός είναι πάντως ότι, μόλις εμφανίστηκε το τσιμέντο, όλοι οι Ληνοί της Θάσου στεγανοποιήθηκαν επιπλέον με τσιμεντοκονίαμα, όχι πάντα με απόλυτη επιτυχία.
Σήμερα στο μικρό Καζαβήτι υπάρχουν 15 Ληνοί. Δύο ή τρεις απ' αυτούς χρησιμοποιούνται ακόμη. Οι περισσότεροι βρίσκονται εγκαταλελειμμένοι και σε άσχημη κατάσταση. Αν υπολογίσουμε τη μέση χωρητικότητα των 15 Ληνών σε 4 τόνους μούστο, προκύπτει μία μέγιστη παραγωγή 50 τόνων κρασιού, που καταναλώνονταν από τις 60 - 70 οικογένειες του Μικρού Καζαβητίου μέχρι τελευταίας ρανίδας.
Η αμπελουργία και η οινοποιία ακολούθησαν πιστά την ιστορική εξέλιξη της Θάσου. Η οικονομική κατάσταση του πληθυσμού δεν επηρέασε την οινοποιία. Αντίθετα, η φτώχεια συνοδεύεται συνήθως από εντατική αμπελουργία. Σήμερα μπορεί να πει κανείς ότι η αμπελουργία στη Θάσο βρίσκεται στη φτωχότερη φάση της. Σ' αυτό δεν είναι μόνο υπεύθυνη η επιδημία φυλλοξήρας που κατέστρεψε τους αμπελώνες του νησιού. Είναι το οικονομικό μοντέλο που επικράτησε και που κύριο στοιχείο του είναι ο τουρισμός, στην πιο απογυμνωμένη του μορφή. Είναι επίσης και η αναπτυξιακή πολιτική της χώρας και τελευταία η αναπτυξιακή πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Υπάρχουν ασάφειες και παραλείψεις που εντείνουν την εγκατάλειψη της αμπελουργίας και οινοποιίας.
Από την άλλη μεριά, πληθαίνουν τα ονόματα κάποιων οινοποιών στην Ελλάδα, των οποίων τα προϊόντα των κτημάτων τους κερδίζουν έδαφος στις καταναλωτικές συνήθειες του σύγχρονου Έλληνα.
Και η γη της Θάσου που παρήγαγε ένα από τα καλύτερα κρασιά της Μεσογείου παραμένει, δυστυχώς, ακαλλιέργητη και εγκαταλειμμένη.